Παρτι γενεθλιων

share

Η μάνα του συνήθιζε να λέει την ιστορία της γέννησής του χαμογελώντας. Τον γέννησε μόνη σε κρατικό νοσηλευτήριο Κυριακή του Πάσχα. Τότε δεν άφηναν κανέναν να μπει στο μαιευτήριο. Άλλες εποχές. Μόνη της με τη μαία και τον ειδικευόμενο γιατρό. Βγήκε από την κοιλιά της μετά από πολλές ώρες, αφήνοντάς την εξαντλημένη, να αιμορραγεί ασταμάτητα. Δεν κατάλαβε ποτέ γιατί έλεγε την ιστορία αυτή χαμογελώντας.

Δύο σημαντικές απόπειρες έγιναν στην παιδική του ηλικία για ένα μεγάλο πάρτι γενεθλίων. Στην τρίτη δημοτικού κόλλησε ανεμοβλογιά, τέσσερις μέρες πριν το πάρτι. Η μάνα του κάθισε πάνω από μιάμιση ώρα μπροστά στο μαύρο τηλέφωνο με το καντράν και μίλησε με όλες τις μανάδες εξηγώντας την τραγική τού κατάσταση. Εμπύρετος, με σπυριά παντού, που προκαλούσαν μαρτυρική φαγούρα. Στην έκτη δημοτικού, ένα σκαλί πριν την είσοδο στην εφηβεία, την προηγούμενη του πάρτι, η άσχημη δασκάλα πήρε τηλέφωνο στο σπίτι και απαρίθμησε όλα τα ελαττώματά του και την αδυναμία του να εκτελέσει κάθετες διαιρέσεις στον πίνακα. Η απογοητευμένη όψη του πατέρα του, η μουρμούρα της μάνας του και το περιπαιχτικό ύφος της αδερφής του, ήταν οι μόνες αναμνήσεις από το θρυλικό εκείνο πάρτι γενεθλίων των δώδεκα χρόνων τού.

Από τότε κάθε χρόνο ευχόταν να περάσει η μέρα των γενεθλίων του ανώδυνα. Ήταν τέτοια η ημερομηνία που πολλές φορές έπεφταν μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα άλλωστε, και έπρεπε να πνίξει τη χαρά της τούρτας μέσα στη θλίψη των παθών του Κυρίου.

Η υπόσχεση ήταν πάντα ότι θα έσβηνε κεράκια το Πάσχα, έτσι κι αλλιώς, Κυριακή του Πάσχα είχε γεννηθεί και η μάνα του κόντεψε να πεθάνει στη γέννα.

Τα χρόνια που έζησε στην Κίνα είχε ξεχάσει εντελώς τα γενέθλιά του. Μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν υπήρχαν και έτσι, οι απανταχού αόρατοι φίλοι, δεν μπορούσαν να του δώσουν τις εγκάρδιες ευχές τους με καρδούλες και πυροτεχνήματα μέσω τυπικών μηνυμάτων. Μόνο η κάρτα από τους γονείς του έφτανε πάντα εγκαίρως, με ένα χαρτονόμισμα μέσα, λες και ήταν μωρό ακόμα, και με την ευχή τους, να γυρίσει σύντομα πίσω.

Στην Κίνα βρέθηκε μετά από την οικονομική κρίση των προηγούμενων χρόνων. Ένας φίλος του πρότεινε τη δουλειά. Οι εισαγωγές κρασιού στην Κίνα είχαν αυξανόμενο ρυθμό και η οικονομία της χώρας άνθιζε, κόντρα στον υπόλοιπο κόσμο. Δέχτηκε. Έμεινε εκεί για επτά χρόνια. Δούλευε, έτρωγε, διάβαζε, άκουγε μουσική και κοιμόταν, σε ένα επαναλαμβανόμενο σκηνικό με φόντο το παράθυρο του δωματίου του. Από εκεί το μυαλό του ταξίδευε στον γαλάζιο ουρανό του δικού του τόπου.

Με την επιστροφή του στην πατρίδα τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Οι φίλοι ήταν πια γνωστοί και οι γονείς του είχαν γεράσει σε σώμα και ψυχή. Η αδερφή του πάχυνε, παντρεύτηκε και έκανε τρία παιδιά. Αυτός συνέχισε να δουλεύει, να τρώει, να διαβάζει, να ακούει μουσική και να προσπαθεί να πιαστεί ξανά από τις σχέσεις που άφησε πίσω επτά χρόνια πριν.  

Φέτος λοιπόν έκλεινε τα σαράντα. Αποφάσισε να τα γιορτάσει. Τίποτα ιδιαίτερο όμως, τρεις φίλοι, οι πιο αγαπημένοι, να ζεσταθεί ξανά η καρδιά του. Στο τηλέφωνο ενθουσιάστηκαν με την ιδέα και το κάλεσμα. Εξαιρετική ιδέα είπαν και οι τρεις, αφού η απόφασή του να πάει στην Κίνα τους απομάκρυνε, ποτέ δεν του το συγχωρέσαν, ούτε κατάλαβαν γιατί το έκανε. Δε βαριέσαι φίλε, εδώ είμαστε πάλι, να θυμηθούμε τις μέρες της νιότης. Μέσα του μια παιδική ανυπομονησία έκανε τα χέρια και τα πόδια του να μουδιάζουν και το στομάχι του να έχει πεταλούδες. Γέλασε με τον εαυτό του. Παράγγειλε τούρτα, γλυκά, φαγητά, κρασιά και μια σαμπάνια. Μήπως ήτανε πολλά; Χαλάλι σκέφτηκε! Χαλάλι! Έχουμε να βρεθούμε τόσο καιρό. Αγόρασε και ένα καινούριο πουκάμισο. Φρεσκάρισε και λίγο τα μαλλιά του στο κουρείο.

Δεν ήρθε κανείς στο πάρτι του. Όλοι είχαν μια πολύ καλή και αδιαμφισβήτητη δικαιολογία. Απολογήθηκαν εννοείται. Μπορούσαν όλοι να επανορθώσουν κάποια άλλη απροσδιόριστη στιγμή, είπαν.

Έσβησε μόνος τα επτά, συμβολικά, κεριά στην τούρτα. Έφαγε όση τούρτα μπορούσε με ένα μεγάλο κουτάλι. Ήπιε αρκετό κρασί ώστε να αναστενάξει το συκώτι του και συμπίεσε μεγάλη ποσότητα φαγητού στο στομάχι του.

Κοιμήθηκε βαριά και ονειρεύτηκε ότι ήταν στην Κίνα.  Προσπαθούσε να αγοράσει φαγητό από μια καντίνα στο δρόμο, αλλά ένα τεράστιο κίτρινο φίδι ξερνούσε στα πόδια του και δεν τον άφηνε να φτάσει κοντά στον μικροσκοπικό Κινέζο, που έφτιαχνε λαδερά νουντλς, πάνω από ένα τεράστιο γουοκ. 

Το επόμενο πρωί πήρε τηλέφωνο την αδερφή του. Της είπε να έρθει να πάρει τα φαγητά και τα γλυκά. Μια χαρά πήγε το πάρτι αλλά παρήγγειλε πολλά. Πόσα να φάνε πια, αυτός και τρεις φίλοι.

Ελενη Ιωαννιδου

Ελενη Ιωαννιδου

Η Ελένη Ιωαννίδου γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1979, Κυριακή του Πάσχα, στη Λευκωσία της Κύπρου. Αν και ταξίδεψε πολύ, επέστρεφε πάντα στην Κύπρο, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα το 2005, όταν διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει, βλέπει ταινίες, φτιάχνει και γράφει ιστορίες. Πιστεύει στις όμορφες στιγμές και ονειρεύεται ένα μεταθανάτιο πάρτι με τον Freddie Mercury.

Αρχή μιας νέας εποχής και θέλουμε μέσα από το AnAmnesia να δημιουργήσουμε μια κοινότητα, με την οποία θα μοιραζόμαστε όλα όσα αγαπάμε. Οι λέξεις της Ελένης θα γίνονται ιστορίες, οι περιπέτειες του Κρις θα ζωντανεύουν χώρες και πόλεις και η μουσική του Αειθαλούς θα μας ταξιδεύει ξανά και ξανά σε ό,τι καλό έχουμε μέσα στην ψυχή μας!

Follow us