Μια σκαλα για τον ουρανο

share

Τον Παύλο είχε να τον δει είκοσι χρόνια.  Στην ίδια πόλη ζούσαν, ποτέ δεν συναντήθηκαν έστω τυχαία.  Όταν τον γνώρισε αυτός είχε ήδη πατήσει τα σαράντα και αυτή τέλειωνε το Πανεπιστήμιο.  Μπήκε ένα βράδυ στο μαγαζί που σύχναζε και κάθισε δίπλα της στο μπαρ.  Παρήγγειλε ουίσκι με δύο παγάκια σε χαμηλό ποτήρι και η Άννα, ρίχνοντας του μια λοξή ματιά, γέλασε γιατί της φάνηκε τόσο παράταιρο το σκηνικό, στο φοιτητικό μπαράκι όπου όλοι έπιναν μπύρα ντόπιας παραγωγής στο μπουκάλι.  Όταν άρχισε να παίζει το «Stairway to Heaven» έσκυψε στο αυτί της και τη ρώτησε

– Σου αρέσουν οι Led Zeppelin; Και της άναψε το τσιγάρο που έβαλε στο στόμα της.

-Ναι!!! Φώναξε αυτή για να την ακούσει. Και αυτό το συγκεκριμένο κομματάρα!!!

-Συμφωνώ, αλλά λίγο ακαταλαβίστικο δε νομίζεις; Είναι λένε παγανιστικό, μιλά για μια νέα θρησκεία!

-Καμία σχέση! Του είπε σκύβοντας προς το μέρος του. Είναι αλληγορικό, μιλά για την υλιστική κοινωνία και την αλαζονεία του σύγχρονου ανθρώπου!

-Ωραία λέξη, απάντησε αυτός, «αλληγορικό» και την έπιασε από τη μέση.

Δεν της έκρυψε ποτέ ότι ήταν παντρεμένος.  Την Άννα όμως καθόλου δεν την ένοιαξε.  Τον ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή.  Αυτός κάθε φορά της έλεγε ότι είναι η τελευταία.  Έτσι περάσαν περίπου τρία χρόνια.  Και μια μέρα μπούχτισε πια η Άννα, ετοίμασε βαλίτσα και έφυγε για Αγγλία, για μεταπτυχιακό. 

Χάρισε στον Παύλο ένα από τα αγαπημένα της βιβλία, τον «Ελέφαντα» του Ρέιμοντ Κάρβερ, με μια αφιέρωση στην πρώτη σελίδα.  «Να συνεχίσεις να ψάχνεις τη σκάλα σου για τον ουρανό.»  

Ο Παύλος τη φίλησε σταυρωτά και της είπε «καλή τύχη». 

Η Άννα δεν παντρεύτηκε ποτέ.  Συνειδητά.  Δεν ήθελε να βάλει κανέναν στο κεφάλι της.  Περνούσε καλά και μόνη της.  Είχε φτάσει τα σαράντα και ήταν όμορφη, πετυχημένη, ανεξάρτητη και διαχειριζόταν σαν αρσενικό τις εφήμερες σχέσεις της.

Ξυπνούσε κάθε μέρα στις έξι, έκανε γιόγκα και έπινε πράσινο ρόφημα για αποτοξίνωση. Το τσιγάρο και το ποτό τα είχε κόψει μαχαίρι εδώ και χρόνια.  Λουζόταν, ντυνόταν, βαφόταν και έφευγε για το γραφείο της διαφημιστικής.  Στις 9πμ ακριβώς περνούσε την πόρτα της εταιρείας και ο σταθερός βηματισμός της στα δεκάποντα τακούνια έδινε το σήμα στους υπαλλήλους ότι ήρθε το αφεντικό.  Όσο και να ξίνιζαν τη μούρη τους οι γυναίκες υπάλληλοι, κρυφά τη ζήλευαν και οι άντρες σίγουρα φαντασιώθηκαν έστω μία, άκρως ιδιωτική, στιγμή μαζί της. 

Διοικούσε με μαεστρία το δημιουργικό της εταιρείας και πετύχαινε πάντοτε τους καλύτερους πελάτες της αγοράς.  Γι’ αυτό και την ονόμαζαν «Μίδα».  Είχε το χάρισμα να γίνεται χρυσός ό,τι αγγίξει.  Είχε πετύχει με πείσμα, επιμονή και υπομονή μια ζηλευτή καριέρα. She could buy her stairway to heaven οποιαδήποτε στιγμή!

Όταν συναντήθηκε με τον Παύλο, στο πάρκινγκ ενός εμπορικού, της κόπηκαν τα πόδια και πάλι, όπως τότε.  Δεν μπόρεσε να το καταλάβει.  Αυτή την περίεργη ενέργεια και την επιρροή αυτού του άντρα στα συναισθήματά της.  Το βήμα της στα δεκάποντα τακούνια την επόμενη μέρα στην εταιρεία δεν ήταν το ίδιο και η βοηθός της την στραβοκοίταξε όταν της ξέφυγε ένα αφηρημένο χαμόγελο.  Είχε κολλήσει το μυαλό της ξανά, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Αν και κόντευε τα εξήντα, ήταν ακόμα γοητευτικός και της έκοβε την ανάσα. 

Και κατέρρευσε ο κόσμος της.  Η εμμονή που καταχώνιασε χρόνια τώρα στα αζήτητα ήρθε και υψώθηκε μέσα στα κύτταρά της απειλητικά. 

Τα βλέμματα των υπαλλήλων στο γραφείο έγιναν πιο διερευνητικά.  Προσπαθούσαν να αποκρυπτογραφήσουν την αλλαγή στην αυστηρή «Μίδα».  Οι πιο υποψιασμένοι το κατάλαβαν, αλλά τους ήταν δύσκολο να το πιστέψουν.  Έρωτας; Τα δεκάποντα ήταν πια άβολα για τα πόδια της διευθύντριας δημιουργικού, γιατί η γη χανόταν όταν σκεφτόταν τον Παύλο.  Και αυτός της πετούσε ξανά λίγα ψίχουλα.  Και αυτή τα μάζευε σαν πεινασμένος ζητιάνος, ευχαριστημένη και τα καταβρόχθιζε λαίμαργα.

-Πώς και δεν έφτιαξες ποτέ τη ζωή σου; Τη ρώτησε αδιάφορα μια μέρα ενώ ντυνόταν βιαστικά ο Παύλος.

-«Πηγαίνω να κοιμηθώ σε μια ακρογιαλιά. Ξυπνάω σε μια άλλη», του είπε.

-Ωχ βρε Άννα, πάλι άρχισες τα ακαταλαβίστικα, της είπε και τη φίλησε στο μάγουλο.

-«Quiet night» του Ρέιμοντ Κάρβερ, ψιθύρισε αυτή και σκέπασε το γυμνό της σώμα μέχρι επάνω.

Έκλεισε τα μάτια της, είδε τον εαυτό της να σκαρφαλώνει σε μια σκάλα ανεβαίνοντας στον ουρανό, κορίτσι δεκαοκτώ χρονών και παραδόθηκε σε έναν ήρεμο ύπνο.

Την επόμενη μέρα ξέθαψε από την αποθήκη τα φαγωμένα κόκκινα all star που φόραγε στα νιάτα της.  Έβγαλε το τζιν της από την ντουλάπα, το φόρεσε και κοίταξε το εαυτό της στον καθρέφτη με ικανοποίηση. 

-Καθόλου άσχημα μετά από τόσα χρόνια, χαμογέλασε.

Στο δρόμο για τη δουλειά έβαλε τέρμα στο αυτοκίνητο να παίζει το «stairway to heaven» και σκέφτηκε ότι μάλλον είχαν κάνει πολλά ναρκωτικά για να γράψουν οι Led Zeppelin γι’ αυτή τη γυναίκα που αγοράζει σκάλα για τον ουρανό.

-Ούτε παγανισμοί, ούτε αλληγορίες, μαλακίες! Αλλά, κομματάρα!  Μονολόγησε.  «And if you listen very hard the truth will come to you at last» ένωσε τη φωνή της με το τραγούδι.

Στο γραφείο κέρασε όλους τους υπαλλήλους καφέ.  Η βοηθός της κοίταξε με περιέργεια τα κόκκινα all star.

-Σου αρέσουν; την ρώτησε η Άννα.

-Ναι, πολύ σας πάνε, της απάντησε.

-Θα συμφωνήσω μαζί σου!

Και ρουφώντας μια γερή γουλιά καφέ η Άννα διέγραψε τον αριθμό του Παύλου από το κινητό της. «To be a rock and not to roll» ψιθύρισε.

Ελενη Ιωαννιδου

Ελενη Ιωαννιδου

Η Ελένη Ιωαννίδου γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1979, Κυριακή του Πάσχα, στη Λευκωσία της Κύπρου. Αν και ταξίδεψε πολύ, επέστρεφε πάντα στην Κύπρο, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα το 2005, όταν διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει, βλέπει ταινίες, φτιάχνει και γράφει ιστορίες. Πιστεύει στις όμορφες στιγμές και ονειρεύεται ένα μεταθανάτιο πάρτι με τον Freddie Mercury.

Αρχή μιας νέας εποχής και θέλουμε μέσα από το AnAmnesia να δημιουργήσουμε μια κοινότητα, με την οποία θα μοιραζόμαστε όλα όσα αγαπάμε. Οι λέξεις της Ελένης θα γίνονται ιστορίες, οι περιπέτειες του Κρις θα ζωντανεύουν χώρες και πόλεις και η μουσική του Αειθαλούς θα μας ταξιδεύει ξανά και ξανά σε ό,τι καλό έχουμε μέσα στην ψυχή μας!

Follow us