Μια κηδεια και τεσσερα lockdown

share

Ο Σεπτέμβρης είχε για μένα πάντα την αίσθηση της καινούριας αρχής.  Η επανέναρξη της ρουτίνας και ο αποχαιρετισμός της καλοκαιρινής ραστώνης, μου ξυπνούσε το αίσθημα του νέου ξεκινήματος, της στοχοθέτησης, της επανατοποθέτησης και του επαναπροσδιορισμού. Μπορεί τώρα που είμαι μάνα να αναζητώ τους ρυθμούς της καθημερινότητας που θα μου επιτρέψουν και πάλι να πιω ήσυχα έναν καφέ, χωρίς να διακόψω για να ψάξω ψαλίδι ή να βάλω χυμό ή να κόψω φρούτο για τις κόρες μου. Αλλά και παλιότερα, όταν τα καλοκαίρια της νιότης μου ήταν γλυκά εξαντλητικά, με ολοήμερες αποδράσεις σε παραλίες, ξενύχτια και αλκοόλ, ταξίδια και φουλ ενέργεια, τον Σεπτέμβρη τον αποζητούσα.  Ήταν το σημείο μηδέν, το restart.

Πριν από  τέσσερα χρόνια, ένα γεγονός σημάδεψε τον Σεπτέμβριο κάνοντάς τον ακόμα πιο ιδιαίτερο, σε προσωπικό επίπεδο.  Σεπτέμβρη έχασα τη μητέρα μου μετά από μια σύντομη μάχη με τον καρκίνο.  Μάνα είναι μόνο μία και αυτό το γνωρίζουν όλοι πολύ καλά.  Άρα δεν χρειάζεται να αναπτύξω σε γραπτό λόγο κανένα αυτονόητο συναίσθημα. Γιατί αναφέρθηκα τώρα στον θάνατο της μητέρας μου; Όχι φυσικά για να γίνουμε μελό.  Όσοι με γνωρίζουν ξέρουν πολύ καλά ότι σιχαίνομαι το μελό.  Όταν κάθισα να γράψω το editorial Σεπτεμβρίου όμως, η φιγούρα της μητέρας μου απασχολούσε το μυαλό μου έντονα.

Αυτό που μένει πολλές φορές μετά τον θάνατο είναι  η ενέργεια ενός ανθρώπου, η αίσθηση που άφηνε σε ένα χώρο, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το τέλος, αν του δόθηκε η ευκαιρία.  Αυτά καθορίζουν τη μνήμη, δημιουργούν την ανάμνηση.

Αυτό που μένει πολλές φορές μετά τον θάνατο είναι η ενέργεια ενός ανθρώπου, η αίσθηση που άφηνε σε ένα χώρο, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισε το τέλος, αν του δόθηκε η ευκαιρία.  Αυτά καθορίζουν τη μνήμη, δημιουργούν την ανάμνηση.

Όταν η πορεία της ασθένειας κάλπαζε, χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο ελπίδας, με έβαλε να της υποσχεθώ ότι δεν θα ντυθώ στα μαύρα όταν πεθάνει και εγώ γέλασα.  Της είπα, «καλά, τώρα θα ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση;»  Και λες και δεν άκουσε, μου ζήτησε ακόμα μια χάρη∙ την ώρα της ταφής να τραγουδώ από μέσα μου ένα τραγούδι που αγαπούσε πολύ.  Με κοίταξε στα μάτια επιτακτικά.  «Υπόσχεση» μου είπε, «διαφορετικά θα σου ζητήσω να χορέψεις κιόλας εκείνη τη μέρα».  Γελάσαμε μαζί, λίγο πικρά οφείλω να ομολογήσω.  Γνώριζε πολύ καλά τη βαρύτητα της τελευταίας υπόσχεσης σε άνθρωπο που πεθαίνει.  Και εγώ τήρησα τον λόγο μου.   

Τελικά, η μελαγχολία του Σεπτέμβρη που μας καλεί πίσω στη ρουτίνα, οι μέρες που μικραίνουν και οι μυρωδιές και τα χρώματα που αλλάζουν υποδηλώνουν πάντα μια νέα αρχή.  Η ανάμνηση που δημιούργησε η εκπλήρωση της υπόσχεσης στη μητέρα μου εκείνη τη δύσκολη μέρα, είχε μια μοναδική σοφία.  Να ζεις την κάθε μέρα χωρίς να περιμένεις, χωρίς προσδοκίες, χωρίς να αναλώνεσαι σε ό,τι μπορεί να σε κάνει να χάσεις το χαμόγελό σου.  Μια κηδεία.  Τέσσερα lockdown.  Πλάνα που ακυρώθηκαν, προσδοκίες που εξανεμίστηκαν, ελπίδες που χάθηκαν, «θέλω» που αναβλήθηκαν.  Μόνο το carpe diem* μπορεί να μας σώσει.

Μια κηδεία.  Τέσσερα lockdown.  Πλάνα που ακυρώθηκαν, προσδοκίες που εξανεμίστηκαν, ελπίδες που χάθηκαν, «θέλω» που αναβλήθηκαν.  Μόνο το carpe diem* μπορεί να μας σώσει.

Το πρώτο μου κείμενο δημοσιεύτηκε περίπου ένα χρόνο μετά τον θάνατο της μητέρας μου, έπειτα από παρότρυνση και πρόσκληση της Μαρίας Τζιαούρη Χίλμερ να συμμετέχω σε μια συλλογική έκδοση με τον τίτλο «Λαίμαργα» (εκδόσεις Ακτίς, 2018).  Αποδέχτηκα διστακτικά.  Δεν είχα δημοσιεύσει ποτέ ξανά τίποτα, παρόλο που έγραφα συνέχεια.  Για μέρες κοίταζα τη λευκή σελίδα στον υπολογιστή.  Και όταν πίστεψα ότι δεν πρόκειται να βγει τίποτα, έτοιμη να παραιτηθώ από την υποχρέωση που ανέλαβα, έγραψα το διήγημα «Στη Σοφία», σε μια πτήση Αθήνα-Λάρνακα, στο χαρτί που είχα τυπώσει την κάρτα επιβίβασης.  Αυτό το διήγημα θα αποτελεί για πάντα το δικό μου μνημόσυνο για τη μητέρα μου, αλλά και την απόφαση να μοιράζομαι αυτά που γράφω. 

Η Σοφία είναι κομμάτι του AnAmnesia με ένα δικό της μαγικό τρόπο.  Ο θάνατός της άνοιξε μια πόρτα που δεν είχα φανταστεί ποτέ.  Μαζί με όλα όσα μου άφησε και κυρίως με τις τελευταίες της στιγμές βρίσκω πολλή δύναμη και υπομονή.  Είμαι σίγουρη ότι αν (υποθετικά) μπορεί να διαβάζει τα κείμενά μας θα χαμογελά και θα είναι περήφανη.  Αυτό το editorial της το αφιερώνω, γιατί ο Σεπτέμβρης είναι λίγο πολύ ο δικός της μήνας πια.  Εύχομαι σε όλους μας καλή αρχή.

 

*άδραξε τη μέρα

Η φωτογραφία είναι λήψη της Ελένης Ιωαννίδου. Πάφος, Αύγουστος 2021

Το διήγημα «Στη Σοφία» θα δημοσιευτεί στο AnAmnesia στις 13 Σεπτεμβρίου.

Ελενη Ιωαννιδου

Ελενη Ιωαννιδου

Η Ελένη Ιωαννίδου γεννήθηκε στις 22 Απριλίου του 1979, Κυριακή του Πάσχα, στη Λευκωσία της Κύπρου. Αν και ταξίδεψε πολύ, επέστρεφε πάντα στην Κύπρο, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα το 2005, όταν διορίστηκε στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Στον ελεύθερό της χρόνο διαβάζει, βλέπει ταινίες, φτιάχνει και γράφει ιστορίες. Πιστεύει στις όμορφες στιγμές και ονειρεύεται ένα μεταθανάτιο πάρτι με τον Freddie Mercury.

Αρχή μιας νέας εποχής και θέλουμε μέσα από το AnAmnesia να δημιουργήσουμε μια κοινότητα, με την οποία θα μοιραζόμαστε όλα όσα αγαπάμε. Οι λέξεις της Ελένης θα γίνονται ιστορίες, οι περιπέτειες του Κρις θα ζωντανεύουν χώρες και πόλεις και η μουσική του Αειθαλούς θα μας ταξιδεύει ξανά και ξανά σε ό,τι καλό έχουμε μέσα στην ψυχή μας!

Follow us